συγχώρησιν

συγχώρησιν
συγχώρησις
agreement
fem acc sg

Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες). 2014.

Игры ⚽ Поможем решить контрольную работу

Look at other dictionaries:

  • ξυγχώρησιν — συγχώρησιν , συγχώρησις agreement fem acc sg …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • συγχώρηση — η / συγχώρησις, ήσεως, ΝΜΑ και συγχώρεση και σ(υ)χώρεση Ν, και σουγχώρεισις Α [συγχωρῶ] η ενέργεια τού συγχωρώ, παροχή συγγνώμης, άφεση αμαρτιών (α. «ζήτησε συγχώρηση για το κακό που τους έκανε» β. «ἵνα τῶν ἰδίων ἁμαρτημάτων... συγχώρησιν… …   Dictionary of Greek

  • отъданиѥ — ОТЪДАНИ|Ѥ (69), ˫А с. 1.Возвращение, возврат, возмещение: мьзды ѿ||даниѥ приимете. ЖФП XII, 26–27; ѡнъ же на ѿданье злата убо не iмать. (εἰς κτίσιν) КР 1284, 294б; гонима есмь ѿ заимодавець давѧщихъ мѧ. на ѿданье (не) имѹщи. (οὐ δι’ ἀνταπόδοσιν)… …   Словарь древнерусского языка (XI-XIV вв.)

  • отъпоущениѥ — ОТЪПОУЩЕНИ|Ѥ (97), ˫А с. 1.Разрешение уйти: Мирноѥ посланиѥ ѥсть рекъше грамота еп(с)пьлѧ. да ѥгда ѹбо хотѧть требѹюще нищии ѿити некде и просити мл(с)тнѧ. въземлѧтъ ѿпѹщениѥ ѿ еп(с)па. КР 1284, 94б; осѧзаи мѧ ˫ако азъ самы ѥсмь ѥгоже преже… …   Словарь древнерусского языка (XI-XIV вв.)

  • καραϊσκάκης — I Επώνυμο οικογένειας αγωνιστών του 1821. 1. Γεώργιος (Μαυρομάτι Καρδίτσας 1782 – Φάληρο 1827). Από άγνωστο πατέρα και μητέρα καλόγρια, κατατάχθηκε μικρός στα σώματα αρματολών των Αγράφων, όπου ξεχώρισε για την παλικαριά και την εξυπνάδα του. Στη …   Dictionary of Greek

Share the article and excerpts

Direct link
Do a right-click on the link above
and select “Copy Link”